Η
ιταλική γέφυρα. ARCHIVIO STORICO LUCE ΚΩΔ. RG00007035.
Στη
θέση που σήμερα βρίσκεται η τσιμεντένια γέφυρα του Καλαμά κάτω από τη Βρυσέλλα,
βρισκόταν κάποτε και εξυπηρετούσε τους ταξιδιώτες μια περαταριά (στα αρβανίτικα «λούντρα»[2]).
Η κατασκευή αυτή είχε αντικαταστήσει την
απλή θαλασσινή βάρκα που την γέμιζαν με άμμο και την χρησιμοποιούσαν για το
πέρασμα του ποταμού[3].
Ήταν η περαταριά μια ξύλινη κατασκευή με
επίπεδη καρίνα, ώστε να είναι δύσκολη η ανατροπή της. Στην πλώρη έφερε έναν
ξύλινο στύλο, ο οποίος συνδέονταν με
τροχαλία με ένα σχοινί το οποίο ήταν τεντωμένο σε δέντρα ή στύλους στις
δυο όχθες ώστε να μην παρασυρθεί από το ρεύμα η σχεδία και ταυτόχρονα να
διευκολύνεται η κίνησή της κάθετα στα νερά του ποταμού. Μπορούσε να
εξυπηρετήσει ανθρώπους και φορτηγά ζώα και αργότερα, όταν η κατασκευή της
τυποποιήθηκε μπορούσε να μεταφέρει και μικρά αυτοκίνητα από τη μια όχθη στην
άλλη. Ο αρχιφωτογράφος του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ, Αλή Σαμή Βέη, φωτογράφησε
πριν τον πόλεμο ένα τέτοιο αμάξι πάνω στην περαταριά της Βρυσέλλας[4].
Ξύλινες
περαταριές στον Καλαμά, υπήρχαν στη Μενίνα ( μια στο Ματζάρι και μια πιο πάνω
από το Παλιογέφυρο στη θέση περίπου της σημερινής τσιμεντογέφυρας) και στη
Βροσύνα. Μαζί με τις περαταριές χρησιμοποιούνταν το πιο απλό σύστημα της
«καλάθας» σε όλο το μήκος του Καλαμά.[5]
Πριν
εγκατασταθεί η τυποποιημένη περαταριά στη Βρυσέλλα, χρησιμοποιούνταν για το
σκοπό αυτό μια απλή σχεδία η οποία εγκυμονούσε κινδύνους και οι ταξιδιώτες
κινδύνευαν[6].
Η
πρώτη αναφορά για την κατασκευή του πορθμείου στη Βρυσέλα γίνεται από τη Γενική
Διοίκηση Ηπείρου προς το Ειδικό Ταμείο Επαρχιακής Οδοποιίας, το Μάη του 1931[7]. Η
περάτωση της κατασκευής έγινε τον Σεπτέμβρη του 1931 "Αποπερατώθη πρό τριημέρου η από τινος αρξαμένη κατασκευή
πορθμείου υπό του δημοσίου επί του Καλαμά
παρά την κοινότητα Βρυσέλλας και ήρξατο η λειτουργία του κατά τρόπον
άνετον και άνευ πληρωμής δια τον πληθυσμόν"[8].
Την
περαταριά της Βρυσέλλας στην αρχή εκμεταλεύονταν ο Βασίλης Τσόγκας από τη
Σαγιάδα έχοντας σαν βοηθό το Νικόλα Κόρο Σαγιαδινό επίσης.
Ο Νικόλαος Κόρος 100 χρονών σήμερα, διηγείται
ότι η οδήγηση της περαταριάς ήταν εύκολη, γιατί κινούταν με το ρεύμα. Έμεναν σε
ένα σπίτι με δυο δωμάτια, το οποίο το ένα το χρησιμοποιούσαν ως κουζίνα και το
άλλο ως κρεβατοκάμαρα. Επειδή εργαζόταν στην ερημιά είχαν το δικαίωμα
οπλοφορίας (ένα τυφέκιο "μαρτίνι"). Αργότερα μετά το θάνατο του
Αλεξίου από φυματίωση, την περαταριά ανέλαβε πάλι Σαγιαδινός, ο αγωγιάτης
Βασίλης Τσάμης[9].
Το όνειρο των κατοίκων της περιοχής ήταν
να κατασκευαστεί μόνιμη γέφυρα πάνω στο ποτάμι. Μάλιστα τον Απρίλιο του 1931 η
εφημερίδα "ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ" ανακοίνωσε υπό τον τίτλο ΓΕΦΥΡΑ ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΑΛΑΜΑ,
ότι "Το ταμείον Επαρχ. Οδοποιΐας
διέθεσεν εις τον προϋπολογισμόν του 1931-32 πίστωσιν 500.000δρ. δι' εκτέλεσιν
έργων μεμονωμένων συγκοινωνίας επί επαρχιακών οδών μεταξύ των οποίων
συμπεριλαμβάνεται και η κατασκευή γεφύρας επί του Καλαμά και παρά την Κοινότητα
Βρυσέλας"[10]. Ήθελαν να ενώσουν το Φιλιάτι με το δρόμο που
οδηγούσε από τα Γιάννενα στην Ηγουμενίτσα, αλλά ο γερουσιαστής Ιωαννίνων Πέτρος
Μπέμπης χαρακτήρισε την κατασκευή ως "... εντεχνικόν έργον δυσυπερβλήτων δυσχερειών και κολοσσιαίας δαπάνης,
είναι η απαιτηθησομένη γέφυρα εις το σημείον αυτό του Καλαμά..."[11]
Στις αρχές Ιούλη του 1932 τα νερά του
ποταμού έπεσαν τόσο πολύ, ώστε η Γενική Διοίκηση εξουσιοδότησε τον Έπαρχο να
κατασκευάσει "ειδική διάβαση" ώστε να μπορούν να περνάνε τα ζώα[12].
Ο Σπύρος Μελετζής φωτογράφισε στα 1937
την περαταριά.[13]
Στη δεξιά όχθη του ποταμού υπήρχε στρατιωτικό φυλάκιο το οποίο διακρίνεται σε
μια από τις φωτογραφίες.
To
Μάρτη του 1936 το καινούριο πορθμείο το οποίο είχε στοιχίσει 60.000 δραχμές
έπαψε να λειτουργεί για μια δαπάνη (ένα καρούλι) 200 δραχμών. Οι οδοιπόροι
έπρεπε να περάσουν από το ιδιωτικό πορθμείο που λειτουργούσε παράλληλα (ή
λειτούργησε για την περίσταση) και το οποίο φαίνεται ότι ήταν μια απλή βάρκα.[14]
Ο Καλαμάς δημιουργούσε συνεχώς
προβλήματα και το Δεκέμβρη του 1937 σε μια κατεβασιά του έκοψε το
συρματόσχοινο, αναγκάζοντας τον Β. Τσάμη να κατασκευάσει αυτοσχέδιο μπαρκί
(βάρκα) για να μπορέσει να το ξαναφτιάξει.[15]
Τη
νύχτα της 28ης Οκτωβρίου 1940, μετά την ιταλική επίθεση, τα ελληνικά τμήματα
της προκάλυψης οπισθοχωρώντας, πέρασαν τον Καλαμά από την περαταριά της
Βρυσέλας. Για το λόγο αυτό, τιμήθηκε με παράσημο ο ηρωικός περατάρης Βασίλης
Τσάμης. "...Τα αγωνιζόμενα επί του
άξονος Παράβρυσον [Πλαίσιο] -Φιλιάτες,
τμήματα της προκαλύψεως συγκείμενα εκ δύο λόχων πεζικού, μαχόμενα
επιβραδυντικώς κατά τον άξονα της συμπτύξεώς των, φθάνουσι την νύκτα της 28ης
Οκτωβρίου νοτίως του ποταμού Καλαμά, διαπεραιωθέντα δια του πορθμείου
Βρυσέλας..."[16]
Το Νοέμβρη του 1940 οι Ιταλοί, εγκατέστησαν μια πρόχειρη γέφυρα για να
περάσουν τα τμήματά τους απέναντι. Από
το ημερολόγιο του Φερναντο Καμπιόνε διαβάζουμε: "3 Νοεμβρίου
1940...Στην επιστροφή συναντούμε μεταγωγικά -τριακόσια και πλέον ζώα- και ένα
τμήμα ανδρών του μηχανικού με γεφυρόσκαλα. Την νύχτα θα την μεταφέρουν στα
χέρια ως τον ποταμό (τον Καλαμά), μολονότι είναι βαρυτάτη. 4 Νοεμβρίου.
Συρρέουν προς τον ποταμό (τον Καλαμά) πολυάριθμα φορτηγά αυτοκίνητα, γεμάτα
υλικό...Έρχεται επίτηδες από τα Τίρανα ο Στρατηγός -Διοικητής του Μηχανικού για
να επιστατήση στην ζεύξι του ποταμού με γεφυρόσκαφα, όταν θα συντελεσθή η
διάβασίς του..." "...Η
ΠΡΟΧΕΙΡΗ ΓΕΦΥΡΑ... Άνδρες του πεζικού και του μηχανικού προσπαθούν να περάσουν
τον ποταμό, για να στερεώσουν στην απέναντι όχθη ένα καλώδιο και να σχηματίσουν
μια πρόχειρη γέφυρα. Ελπίζεται να το κατορθώσουν πριν βραδυάσει...Κατά τις 4 το
απόγευμα ένα τηλεφώνημα μας πληροφορεί ότι οι πεζοί, ύστερα από διάφορες
εναλλαγές του αγώνος και αφού υπέστησαν αισθητές απώλειες, τοποθέτησαν την
πρόχειρη γέφυρα και τώρα τα τμήματα περνούν τον ποταμό..." Οι Ιταλοί
προσπάθησαν να ζεύξουν τον Καλαμά και στην περιοχή της Σκουπίτσας σύμφωνα με το
Επιτελείο Στρατού.
"...Από του μεσονυκτίου της 4 προς 5 Νοεμβρίου,
τα επί του ποταμού Καλαμά φυλάκια του Υποτομέως Παραποτάμου εσημείωσαν έναρξιν
κατασκευής γεφύρας υπό των Ιταλών παρά το πορθμείον Βρυσέλας και ήρξαντο να
βάλωσσι κατ' αυτών μέχρι πρωίας. Άμα τη έω, οι Ιταλοί ήρχισαν να βοβαρδίζωσι
σφοδρώς...τη συμμετοχή της αεροπορίας, ήτις βοβαρδίζουσα...εκάλυπτε την υπό των
Ιταλών κατασκευήν γεφυρών επί του ποταμού Καλαμά εις Βρυσέλαν και Τσιφλίκι..."
Επιτελείον Στρατού, ο.π., σ. 92
.
Η εφημερίδα ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ ΠΡΕΒΕΖΗΣ, αρ. 135, 24-10-1960, σ. 1, γράφει:
"...ο εχθρός επί του ποταμού Καλαμά
υποστάς βαρυτάτας απωλείας εις νεκρούς, πνιγέντας και τραυματίας...ιδίως κατά
την απόπειράν του να διαβή τον ποταμόν κατά πυκνάς φάλαγγας λέμβων ελαστικών αι
οποίαι εβυθίζοντο από τα πυρά των Πολυβόλων..." Ο διοικητής του
Τάγματος Φιλιατών, Αλέξανδρος Παπαγεωργίου, περιγράφει στο ημερολόγιό του τη
μάχη του Παραπόταμου: "5η Νοεμβρίου
1940. Καιρός αίθριος. Την 5ην πρωϊνήν
ώραν ο εχθρός ήρξατο σφοδροτάτου και καταιγιστικού πυρός διά ολοκλήρου του
πυροβολικού του και των όλμων του…ενώ ταυτοχρόνως αρκετός αριθμός λέμβων πλήρων
στραριωτών εξαπελύθη εκ της Βορείας όχθης του ποταμού Καλαμά και παρασυρόμεναι
υπό του ρεύματος του ποταμού προσήγγισαν εις την Νοτίαν όχθην ένθα απεβιβάσθησαν
οι εν αυταίς στρατιώται. Πλείσται όμως των λέμβων ανετράπησαν υπό του ρεύματος
και οι εντός αυτών επνίγησαν. Πολλαί λέμβοι επίσης διετρήθησαν υπό των πυρών
των αυτομάτων μας (πολυβόλων και οπλοπολυβόλων) και εβυθίσθησαν, πνιγέντων των
εν αυταίς στρατιωτών…Απόπειραι διελεύσεως του εχθρού εκ της θέσεως του
πορθμείου Βρυσέλλας ως και πόρων Δυτικώς και Ανατολικώς τούτου απέτυχον, λόγω
της επισεσημασμένης και πυκνής βολής των ημετέρων πολυβόλων… Κατά την διάρκειαν
της επιθέσεως του εχθρού, έτερα τμήματα τούτου, διά λέμβων διεπεραιώθησαν επί
της Νοτίας όχθης του ποταμού και ανεπτύχθησαν προς επίθεσιν, πλην όμως και
ταύτα καθηλώθησαν υπό των ημετέρων πυρών. Τα διαπεραιωθέντα εχθρικά τμήματα
ενισχύονται διαρκώς εκ του αυτού σημείου δι ετέρων, διαπεραιουμένων επίσης διά
λέμβων, πλην όμως δεν κατόρθωσεν ο εχθρός να διαπεραιώση τμήματα εκ του
Πορθμείου Βρυσέλλας και των Δυτικώς και Ανατολικώς τούτου πόρων, διότι αι
ομάδες πυροβόλων εκ θέσεως Κλεφτέϊκα και Φωλέζας έβαλλον συνεχώς παρά τα
καταιγιστικά πυρά του εχθρικού πυροβολικού και όλμων…"[17]
Τελικά
το κατόρθωσαν το μεσημέρι και πέρασαν το ποτάμι. "…Την 16.25΄ ώραν ο Διοικητής της αριστεράς υπολορίδος μοι ανέφερεν…ότι ο
εχθρός αποπερατώσας την γέφυραν εις Πορθμείον Βρυσέλλας, διήρχετο ταύτην και
υπελόγιζε τα διελθόντα τμήματα περισσότερον από τάγμα…"[18]
Οι
Ιταλοί πέρασαν την ίδια μέρα τον Καλαμά και στο Τσιφλίκι (Ράϊ).
Το πρωί της 6ης Νοέμβρη, ελληνικά αεροπλάνα κατέστρεψαν τη γέφυρα βομβαρδίζοντάς τη.
"...6 Νοεμβρίου...Κατά τας 8 το πρωί
τρία εχθρικά αεροπλάνα βομβαρδίζουν την γέφυρα με γεφυρόσκαφα, που ετοποθετήθησαν
με πολλούς κόπους την νύχτα. Μπόρεσαν να
δράσουν ανενόχλητα μολονότι βαλλόμενα από το αντιαεροπορικό πυροβολικό...Η
γέφυρα ανετινάχθη. Ένα εχθρικό αεροπλάνο ήταν αληθινά υπέροχο...Η αεροπορική
επιδρομή προκάλεσε τρεις νεκρούς και οκτώ τραυματίας μεταξύ των ανδρών που ήσαν
απεσπασμένοι στην γέφυρα..."[19]
Η
ελληνική εκδοχή είναι πιο σύντομη: "...Υπό
της αεροπορίας κατεστράφη και η εις την περιοχήν Παραποτάμου παρά τον ποταμόν
Καλαμά, κατασκευασθείσα υπό των Ιταλών γέφυρα..."[20]
Οι Ιταλοί την επισκεύασαν και κατά την
υποχώρησή τους και ενώ η αρχική σκέψη ήταν η ανατίναξη της γέφυρας τελικά την
αποσυναρμολόγησαν στις 19 Νοέμβρη του 1940. "...Στις 6 το πρωί το 32ο πεζικό μας βεβαιοί ότι όλα τα τμήματά του πέρασαν
το ποτάμι και ότι η γέφυρα που επρόκειτο να καταστραφή, ελύθη και μεταφέρθη
στην όχθη..."
Αργότερα όταν ξαναγύρισαν στην περιοχή,
μέσα σε 28 μέρες[21],
κατασκεύασαν μια ξύλινη γέφυρα[22]
κι εγκατέστησαν κι αυτοί στρατιωτικό φυλάκιο για τη φύλαξή της.[23]
Αργότερα κατά την οπισθοχώρησή τους ανατίναξαν τη γέφυρα αυτή.[24]
Μετά την απελευθέρωση, οι Βρετανοί
εγκατέστησαν πάλι μια περαταριά στο ποτάμι.[25]
Το καλοκαίρι του 1945 οι Ελληνικές αρχές
κατασκεύασαν μια ξύλινη γέφυρα στον ίδιο χώρο[26]
κι εγκατέστησαν το Βασίλη Τσάμη ως φύλακα, με το βασικό έργο να προσέχει την
κατασκευή απομακρύνοντας τα κλαδιά και δέντρα που παρέσερνε ο Καλαμάς και θα
μπορούσαν να βλάψουν την κατασκευή. Ο Νομομηχανικός Θεσπρωτίας, για
οικονομικούς λόγους απέλυσε τον φύλακα κι έτσι το χειμώνα του 1946 «…σε μια μεγάλη κατεβασιά ήλθε ο Καλαμάς
ορμητικός όπως πάντοτε και παρέσυρεν το ‘απροστάτευτο’ γιοφύρι…»[27]
Ξανάφτιαξαν μια περαταριά χωρητικότητας
δυο τόνων[28],
την οποία ανέλαβε πάλι ο Τσάμης. Το καλοκαίρι του 1946 δημοπρατήθηκε μια
τσιμεντένια γέφυρα στο Φοινικιώτικο[29]
ποτάμι την οποία ανέλαβε ως εργολάβος κάποιος Τζοβάρας, ο οποίος καθυστέρησε ν’
αρχίσει τις εργασίες κι έτσι το Νοέμβρη ο ποταμός παρέσυρε δυο φορές τα βάθρα
της γέφυρας[30].
Στον ίδιο τον Καλαμά προτάθηκε ως λύση η κατασκευή μια λυόμενης σιδερένια
γέφυρας τύπου Μπέλεϋ, η οποία τοποθετήθηκε εκεί από την εταιρεία Γκορίτσα και
Σία[31]
ύστερα από πολλές καθυστερήσεις στα τέλη του
1947[32]
λόγω των γεγονότων του εμφυλίου και
παραμένει ακόμα στη θέση της ως σήμερα εντελώς παρατημένη από τον καιρό που
φτιάχτηκε η σύγχρονη τσιμεντογέφυρα (1995).
Στην αριστερή όχθη του ποταμού
λειτουργούσε στρατιωτικό φυλάκιο το οποίο έλεγχε τους επιβάτες ως το τέλος της
δικτατορίας το 1974. Έπρεπε ο διερχόμενος να ήταν εφοδιασμένος με ειδική άδεια
για να περάσει τη γέφυρα.
[1] Επιλέχθηκε ο όρος
"γεφυρώνοντας" διότι σ΄ αυτή τη μελέτη, αναφέρονται αρκετοί τρόποι
γεφυρωμάτων δηλ. ζεύξης του ποταμού, όπως σχεδία, πορθμεία, γεφυρόσκαφα με
οδόστρωμα, σιδερένιες και τσιμεντένιες γέφυρες.
[2] Λούντρα. Η βάρκα του πορθμείου.
Χρησιμοποιούνταν κυρίως για διαβάσεις ποταμών. Ετυμολογία: αλβανικό lund/ër,ra ο.π. , ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Γ. ΠΑΠΑΦΙΛΗ
ΛΕΞΙΚΟ ΑΛΒΑΝΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΑΛΒΑΝΙΚΟ Εκδόσεις ΣΙΔΕΡΗ σ.462.
[3] (Βλ. τη φωτογραφία του Fred Boissonnas από το πέρασμα του Καλαμά το Μάη
του 1913 από το πέρασμα κοντά στο Τσιφλίκι - Ράι-).
[4] Άλκης Ξανθάκης, Και πάλι ο Ali Sami Bey, περιοδικό ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ,
Ιανουάριος 2005, τεύχος 133, σ.85. Ο Ξανθάκης αναφέρει «Πορθμείο σε άγνωστη περιοχή της Ελλάδας». Φωτογραφία με τη λούντρα
και ένα αυτοκίνητο επάνω, έβγαλε πριν τον πόλεμοκι ο φωτογράφος Γεράσιμος Μίχας
από την Πλεσίβιτσα. Βλ. Θεσπρωτικα Νεα 1-2-1947, σ.1.
[5] (βλ. φωτογραφία του Χρυσόστομου
Λαμπρίδη).
[6] "Το αίσχος της Βρυσέλας" Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ. 3, 15-1-1931, σ.3.
[7] Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ. 20,
15-5-1931, σ.4.
[8] Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ. 38,
16-9-1931, σ.4.
[9] Μαρτυρία Νικόλα Κόρου, Σαγιάδα.
[10] Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ. 15, 8-4-1931,
σ.1. Ακόμα κι η "Εθνική Κυβέρνησις" του Μεταξά, υπόσχονταν χρόνια
αργότερα το… ίδιο έργο!. "…Το
κορύφημα των εντατικών προσπαθειών της Εθνικής Κυβερνήσεως θ' απετέλει η
γεφύρωσις του Καλαμά…"Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ. 357, 1-12-1937, σ.1.
[11] Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ. 19, 6-5-1931,
σ.1.
[12] Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ. 80, 6-7-1932,
σ.4.
[13] Σπύρος Μελετζής, Φωτογραφίζοντας
τη Θεσπρωτία. Στη φωτογραφία βλέπουμε μια τυποποιημένη περαταριά που μπορούσε
να μεταφέρει αυτοκίνητα και διαβάζουμε στην πλώρη το όνομά της: «Ναυσικά».
[14] Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ. 274,
25-3-1936, σ.2.
[15] Εφημ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ αρ.358, 8-12-1937,
σ.4, 359, 15-12-1937, σ.2 και 360,
22-12-1937, σ.4.
[16] Γενικόν Επιτελείον Στρατού, Ο
Ελληνοιταλικός πόλεμος 1940-1941, Έκδοσις Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού, Αθήναι
1960, σ.59.
[17] Θεόφιλος Στ. Παπαγεωργίου,
Ημερολόγιον, Ίδρυμα Ακτία Νικόπολις, Πρέβεζα 2003, σσ. 171-172.
[18] Παπαγεωργίου, ο.π. σ. 177.
[19] Εφ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΚΑ ΝΕΑ, αρ. 170,
1-7-1954, σ. 1.
[20] Γενικόν Επιτελείον, ο.π. σ. 256. Ίσως
τα αεροπλάνα να εφορμούσαν από το γειτονικό αεροδρόμιο της Παραμυθιάς.
[21] «…οι Φρατέλοι, όταν κατέκτησαν το Φιλιάτι το έφκιασαν σε (28!!) ημέρας…»
Δ. Β., εφ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΚΑ ΝΕΑ, αρ. 3, 1-2-1947, σσ. 1-2. Πιθανώς ο ανταποκριτής να
είναι ο Γεώργης Βουγίδης σύμφωνα με το ύφος αλλά και την αναφορά στην εφημερίδα
ΘΕΣΠΡΩΤΙΑ και την καταστροφή των μηχανημάτων του τυπογραφείου της, ή σύμφωνα με
τα αρχικά του αρθρογράφου, ο Δημήτριος Βουγίδης συγγενής του πρώτου και
μετέπειτα εκδότης της ΦΩΝΗΣ ΤΩΝ ΦΙΛΙΑΤΩΝ.
[22] «…μπλέχουν στο γιοφύρι καθ’ ο ξύλινο…» Βουγίδης, ο.π.
[23] «…Το γεφύρι οι Ιταλοί το εφύλαττον δια φυλακίου στρατιωτικού…»
Βουγίδης, ο.π.
[24] Βουγίδης, ο.π.
[25] «…στην σχεδίαν εκείνην που βάλανε οι Εγγλέζοι όταν εγκατεστάθησαν οι
Ελληνικές Αρχές, μετά τα θλιβερά γεγονότα του Δεκεμβρίου και τη συμφωνία της
Βάρκιζας…»
[26] «…φκιάστηκε από πρόπερσι το καλοκαίρι το γεφύρι…» Βουγίδης, ο.π.
[27] Βουγίδης, ο.π.
[28] Βουγίδης ο.π.
[29] Φοινικιώτικος λέγεται ο
Μπογαζιώτικος (Δάφνης ρέμα σύμφωνα με τους στρατιωτικούς χάρτες) άρα η γέφυρα
στην οποία αναφέρεται ο Βουγίδης είναι η δεύτερη μετά τις «Κογγέλες» από
Φιλιάτι προς Ηγουμενίτσα. Ο Μπογαζιώτικος συναντάει λίγο πιο κάτω τον
Καλπακιώτικο.
[30] «…Δυό φορές κάνανε τα βάθρα του γιοφυριού του ποταμού Φοινικίου και τις
δυο φορές οι κατεβασιές του ποταμού, παρέσυραν τα πάντα, Άμμος ασβέστης,
χαλίκι, πέτρα, τσιμέντο, όλα στο βυθό…» Βουγίδης ο.π. Φοινικιώτικος λέγεται
ο Μπογαζιώτικος (Δάφνης ρέμα σύμφωνα με τους στρατιωτικούς χάρτες) άρα η γέφυρα
στην οποία αναφέρεται ο Βουγίδης είναι η δεύτερη μετά τις «Κογγέλες» από
Φιλιάτι προς Ηγουμενίτσα. Ο Μπογαζιώτικος συναντάει λίγο πιο κάτω τον
Καλπακιώτικο.
[31] Εφ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΚΑ ΝΕΑ, αρ.
21,1-11-1947, σ.2.
[32] Εφ. ΘΕΣΠΡΩΤΙΚΑ ΝΕΑ, αρ. 25,
1-1-1948, σ.4.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου